Την σημασία της ανάδειξης της τοπικής ιστορίας της Θράκης, φέρνοντας την περιοχή μας στο προσκήνιο, ανέδειξε ο κ. Άγγελος Παληκίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Διδακτικής της Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας Εθνολογίας του ΔΠΘ, στην επίσημη ομιλία των Ελευθερίων, που έλαβε χώρα στο Ίδρυμα Παπανικολάου την Παρασκευή 13 Μαΐου. Η ομιλία του κ. Παληκίδη, χωριζόταν σε δύο τμήματα: στην ιστορική ανασκόπηση των διπλωματικών, κυρίως, κινήσεων, αλλά και τη δράση στη Θράκη της Ελληνικής αντιπροσωπείας, υπό την ηγεσία του Χαρίσιου Βαμβακά, για να επιτευχθεί η ενσωμάτωση, η οποία δεν ήταν καθόλου βέβαιο ότι θα επιτευχθεί όταν ξεκίνησε η διασυμμαχική διοίκηση. Μέσα όμως από αυτό το αξιολογότατο μάθημα ιστορίας, πέρασε στο δεύτερο τμήμα, τους λόγους για τους οποίους πρέπει να διδάξουμε Τοπική Ιστορία, και ιδιαίτερα την τοπική ιστορία της Θράκης, τόσο εντός της, όσο και έξω από αυτή, με την ιστορική έρευνα να βοηθά να γίνει ένα αειφόρο περιβάλλον έρευνας, καινοτομίας, εκπαίδευσης και ποιοτικού τουρισμού, χωρίς να χάσει την ψυχή της.
Ο κ. Παληκίδης τόνισε πως δεν διδάσκουμε και δεν μαθαίνουμε ιστορία για να γνωρίσουμε απλώς το παρελθόν, αλλά για να κατανοήσουμε το παρόν και να προσανατολιστούμε στο μέλλον: επιχειρούμε να αντιληφθούμε πώς φθάσαμε ως εδώ, να συνειδητοποιήσουμε ποιοι είμαστε και να συλλογιστούμε πώς μπορούμε να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, καλύτεροι πολίτες, να συζητήσουμε για το πώς θα κατορθώσουμε να δημιουργήσουμε πιο ανοικτές κοινωνίες, κοινωνίες στις οποίες δεν περισσεύει κανείς. «Με άλλα λόγια, γνωρίζουμε το παρελθόν με το βλέμμα στραμμένο στο παρόν και στο μέλλον» τόνισε. Σύμφωνα λοιπόν με τις σύγχρονες διεθνείς έρευνες, η Τοπική Ιστορία συνιστά προνομιακό πεδίο για την ανάπτυξη ιστορικής σκέψης και συνείδησης, αρκεί να τη διδάξουμε με κατάλληλες μεθόδους και μέσα σε ένα οικείο για τα παιδιά περιβάλλον. Και δεν υπάρχει πιο οικείο περιβάλλον, τόνισε, από τους δρόμους, τα κτίρια, τα πάρκα της πόλης τους, το σπίτι και τη γειτονιά τους. «Σε αυτό το περιβάλλον θα αφυπνιστεί το ερευνητικό πνεύμα των παιδιών μας, θα γεννηθούν στο μυαλό τους ερωτήματα και θα αρχίσουν να αναζητούν απαντήσεις. Θα σκύψουν πάνω από τα αρχεία, θα παρατηρήσουν προσεκτικά τις επιγραφές, θα προσφύγουν στις βιβλιοθήκες και στα μουσεία. Θα ρωτήσουν τους μεγαλύτερους, θα ανοίξουν το μπαούλο της γιαγιάς, θα ξεφυλλίσουν μαζί με τους γονείς και τους παππούδες τους τα φωτογραφικά λευκώματα της οικογένειας» ανέφερε. Μέσα από την τοπική ιστορία, οι μαθητές θα συνειδητοποιήσουν την επίδραση που ασκεί η μεγάλη ιστορία (αυτή η βαρετή ιστορία που διδάσκονται στο σχολείο) στη ζωή των απλών ανθρώπων. Θα καταλάβουν ότι όλα όσα μας περιβάλλουν έχουν ιστορία. Ότι η ιστορία δεν είναι μόνο τα κειμήλια, αλλά μια πολύτιμη γνώση για να ερμηνεύσουμε το σήμερα και να πάρουμε σωστές αποφάσεις για το αύριο. «Θα συνειδητοποιήσουν δηλαδή ότι όχι μόνο η ζωή έχει ιστορία αλλά και ότι η ιστορία είναι ζωντανή». Άλλωστε, συνέχισε, στη σύγχρονη εκπαίδευση κρίσιμος σκοπός του μαθήματος της ιστορίας είναι η πολιτική κοινωνικοποίηση των μαθητών –με την αριστοτελική έννοια του όρου. Τα παιδιά λοιπόν που γνωρίζουν την ιστορία και τον πολιτισμό του τόπου τους, θα αγαπήσουν την πόλη και το χωριό τους και αργότερα θα γίνουν υπεύθυνοι και δημοκρατικοί πολίτες. Θα εξελιχθούν σε ευαίσθητους, δραστήριους και δημιουργικούς δημότες. Θα αντιληφθούν, επίσης, ότι η διατήρηση, η προαγωγή και η αξιοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς του τόπου τους αποτελεί εχέγγυο όχι μόνο για την ποιότητα της δικής τους ζωής αλλά και για την ανάπτυξη της οικονομίας με όρους βιωσιμότητας. Τέτοιοι πολίτες σήμερα, θεωρεί πως δεν θα άφηναν για παράδειγμα να καταρρεύσει η Συναγωγή της εβραϊκής κοινότητας της Κομοτηνής (όπως έγινε το 1994 μετά από χρόνια εγκατάλειψη) ούτε θα άφηναν στην τύχη τους τα παλιά βιομηχανικά κτίρια και τις καπναποθήκες. Παρά τα αδιαμφισβήτητα οφέλη, παραδέχτηκε πάντως πως όσοι ασχολούνται με την τοπική ιστορία, έρχονται αντιμέτωποι με ευαίσθητα ζητήματα, με προκαταλήψεις, στερεότυπα και ιδεολογίες που γεννούσαν μίσος στο παρελθόν, που υποδαύλιζαν τον τοπικισμό, τον εθνικισμό και τον θρησκευτικό φανατισμό. Εδώ, τόνισε, χρειάζονται καλά καταρτισμένοι εκπαιδευτικοί και ένα Πανεπιστήμιο αρωγό στις προσπάθειές τους.
Η δύναμη της Θράκης, σύμφωνα με τον κ. Παληκίδη, είναι αυτό που ίσως μερικοί θεωρούν ότι είναι η αδυναμία της. Στον μακρό χρόνο της ιστορίας η Θράκη υπήρξε ένα χωνευτήρι πολιτισμών, ο τόπος που δέχτηκε τους πρόσφυγες της δύσης και της ανατολής, του βορρά και του νότου. Έγινε η πατρίδα των προσφύγων, η φιλόξενη αγκαλιά των κατατρεγμένων. Υπήρξε ο τόπος συνάντησης των θρησκειών και των δογμάτων, της ώσμωσης των γλωσσών και των διαλέκτων. Η Θράκη, ανέφερε, ακόμη και σήμερα κρύβει μέσα της το πολύχρωμο κιλίμι που πλέχτηκε με τα χέρια πολλών και διαφορετικών ανθρώπων. «Όλα όσα έγιναν και όσα ακόμη και σήμερα επιβιώνουν στη Θράκη είναι η αξία της, η κληρονομιά που την κάνει να ξεχωρίζει από τον υπόλοιπο κόσμο» σημείωσε. Τόποι, όπως η Θράκη, είναι ο λόγος για τον οποίο δημιουργήθηκαν μετά τον πόλεμο οι διεθνείς οργανισμοί, και το πολιτισμικό όραμα του πνευματικού κόσμου της Ευρώπης –τουλάχιστον όσων Ευρωπαίων οραματίζονται ακόμα. Θύμισε δε όσα έγραψε στο πρώτο τεύχος του περιοδικού Θρακικά το 1928 ο Χρήστος Τσούντας, κορυφαίος Έλληνας αρχαιολόγος, με καταγωγή από τη Στενήμαχο της Ανατολικής Ρωμυλίας: «Πρέπει να σπεύσωμεν, διότι μετ’ ολίγον θα είναι ίσως αργά. Πολύτιμον και ανεκτιμήτως πλούσιον υλικόν, που επεσώρευσαν οι αιώνες, κινδυνεύει τώρα να απολεσθή. Πώς είναι δυνατόν ημείς οι Θράκες να μείνωμεν ασυγκίνητοι δια μίαν τοιαύτην καταστροφήν; Έχομεν καθήκον να κινηθώμεν, είμεθα υποχρεωμένοι να περισώσωμεν την ψυχήν της Θράκης».
Πηγή : www.paratiritis-news.gr [ https://www.paratiritis-news.gr/istoria/kleidi-gia-to-mellon-tis-thrakis-i-meleti-tis-topikis-tis-istorias/ ]